Το παιδοκεντρικό μοντέλο στηρίζεται στο παιδί. Στην παραδοσιακή κοινωνία αρκούσε από μόνη της η οικογένεια για να δώσει νόημα στη ζωή του ανθρώπου και για να νιώθει κανείς ήρεμος πως είχε επιτελέσει το «καθήκον» του.
Προχωρώντας προς το σήμερα άλλαξε το μοντέλο. Το ζευγάρι είναι μαζί, παντρεύεται, για να κάνει παιδιά, «να τα μεγαλώσει και να τα βγάλει χρήσιμους ανθρώπους στην κοινωνία». Το οποίο σημαίνει, ότι ένας άντρας και μία γυναίκα ενώνονται με τα δεσμά του γάμου, για να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις ενός τρίτου προσώπου, του παιδιού.
Γυναίκα Α: Δηλαδή δεν έχουν ως βασικό στόχο να γνωρίσουν ο ένας τον άλλον, παρά να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες των παιδιών τους ;
Εγώ : Κυρίως. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται πλέον στο παιδί. Το αποτέλεσμα είναι ότι σηκώνουν τα παιδιά, κάποια παιδιά, μεγαλύτερο φορτίο από αυτό που τους αναλογεί. Επίσης πολλά ζευγάρια κινδυνεύουν ακόμα και με χωρισμό, όταν ο συγκεκριμένος στόχος επιτευχθεί, δηλαδή μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Εξάλλου και η σχέση τους δεν ανθίζει, αλλά μαραζώνει, διότι «πότιζαν» τα παιδιά τους και ξεχνούσαν να «ποτίσουν» το δικό τους δέντρο, τη σχέση τους. Χωρίς στόχους ξεκάθαρους, χωρίς προοπτική, κλυδωνίζεται πολύ το ζευγάρι.
Οι γονείς δίνουν τα πάντα στα παιδιά τους, προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους, τόσο τα παιδιά τους όσο κι αυτοί οι ίδιοι.. Οι ίδιοι τρέφονται από αυτό. Υπερηφανεύονται από τις επιτυχίες των παιδιών τους και ταπεινώνονται από τις αποτυχίες τους. Το διαπιστώνω καθημερινά στο σχολείο. Δε «ζουν» οι γονείς, για να ζήσουν μια άνετη και ξένοιαστη ζωή τα παιδιά τους. Έτσι βέβαια έχουν την ψυχική τους γαλήνη, ότι πέτυχαν ως γονείς. Θυσιάζονται για τα παιδιά τους, αλλά η ίδια η θυσία είναι η τροφή τους.
Εσείς τι πιστεύετε ; Ανταποκρίνεστε σ’ αυτό το μοντέλο ; Συμφωνείτε ή διαφωνείτε ; Ό,τι σας λέω, θέλω να τα φιλτράρετε μέσα σας, στον εαυτό σας, στη ζωή σας. Μήπως σας θυμίζουν κάτι από τη δική σας ζωή, τώρα ή παλαιότερα; Ξαναθυμίζω, ένας από τους στόχους μας, είναι και η αυτογνωσία μας. Διότι μόνο αν γνωρίζω τον εαυτό μου, ξέρω «ποιος είμαι», «πού πάω» και «γιατί», πατάω γερά και δεν πέφτω με το πρώτο φύσημα του ανέμου. Μόνο τότε η ζωή μου έχει νόημα, και δεν αδειάζουν οι «μπαταρίες» μου, όπως πολύ εύστοχα μου έλεγε κάποτε ένας πατέρας.
Άντρας Α : Διαφωνώ. Διαφωνώ, με την έννοια, ότι δύο άνθρωποι παντρεύονται για να κάνουν ένα παιδί και να δώσουν τα πάντα στο παιδί.
Εγώ : Μιλήστε πιο συγκεκριμένα, για τη δική σας ζωή. Θέλετε να μας πείτε γιατί παντρευτήκατε ;
Άντρας Α : Για να περάσω καλά με τη γυναίκα μου. Το ότι ήρθε ένα παιδί και αφιερώσαμε τα πάντα στο παιδί, αυτό είναι άλλο. Αυτό έρχεται. Και το βάρος που παίρνει το παιδί είναι, όταν όντως στρέφεις όλη σου την προσοχή στο παιδί και απλά δε δίνεις σημασία στον εαυτό σου. Αν τη ζωή σου τη χαίρεσαι κι έτσι όπως είναι, δε μεταφέρεις τεράστιο βάρος στο παιδί.
Εγώ : Χαίρομαι που διαφωνείτε. Κατά βάθος όμως δεν διαφωνούμε. Σας θυμίζω τα λόγια σας : «αφιερώσαμε τα πάντα στο παιδί…» Εσείς από ό,τι καταλαβαίνω, αντιπροσωπεύετε το πιο καινούργιο μοντέλο, το επικοινωνιακό, που θα το αναλύσουμε κάποια άλλη φορά διεξοδικά.
Το συναίσθημα δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ σ’ αυτό που λέμε, διότι το συναίσθημα είναι αυτό που μας κρατάει σε επαφή με την πραγματικότητα. Η λογική από μόνη της δε φτάνει, μας αποπροσανατολίζει πολλές φορές. Η έκφραση του συναισθήματος μας γλιτώνει και από τα ψυχοσωματικά.
Τα παιδιά νιώθουν αρκετές φορές αρνητικό συναίσθημα. Εμείς δεν επιτρέπουμε στα παιδιά να το εκφράσουν, με αποτέλεσμα να το κρατάνε μέσα τους. Το συναίσθημα όμως, ακόμα και το αρνητικό, είναι ανακουφιστικό και ζωογόνο.
Στην παραδοσιακή οικογένεια η αρμονία ήταν προϋπόθεση της επιβίωσης. Πώς να εκφράσεις την αντίρρησή σου, πώς να διαφωνήσεις, όταν η επιβίωση της οικογένειας είναι επισφαλής ; Τώρα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η αρμονία από δεδομένο έγινε το ζητούμενο. Όλα τα ζευγάρια αναζητούν τρόπους και λύσεις για να υπάρχει αρμονία και γαλήνη στους κόλπους της οικογένειας. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν πεις στον άλλο τι νιώθεις μέσα σου, τους φόβους σου, τις αγωνίες σου, τις ελπίδες σου. Τότε ανοίγεται κι ο άλλος και οι ψυχές έρχονται πιο κοντά. Το συναίσθημα είναι αυτό που φτιάχνει τη γέφυρα μεταξύ των ανθρώπων.
Γυναίκα Β: Τι εννοείτε, όταν λέτε αρνητικό συναίσθημα ;
Εγώ : Αγωνία, φόβο, τρόμο, πανικό, λύπη, απογοήτευση, θυμό, απόγνωση …
Γυναίκα Β: Να αφήσουμε δηλαδή τα παιδιά να το ζήσουν το αρνητικό συναίσθημα ;
Εγώ : Κατ’ αρχήν να παραδεχτούμε την ύπαρξή του αρνητικού συναισθήματος, να μην το αγνοήσουμε ούτε να το αποδοκιμάσουμε. Το παιδί έτσι ανακουφίζεται και δεν νιώθει και … τρελό. Στη συνέχεια να δούμε το αρνητικό συναίσθημα σα μια ευκαιρία για κοντινότητα, για πλησίασμα και για διδασκαλία. Τρίτον να ακούσουμε προσεχτικά το παιδί, δείχνοντας ενσυναίσθηση. Να βοηθήσουμε το παιδί να βρει λέξεις για να κατονομάσει τα συναισθήματά του και τέλος να συζητήσουμε, να αναλύσουμε το θέμα, βάζοντας όρια, βρίσκοντας στρατηγικές επίλυσης και εναλλακτικές λύσεις του θέματος. Να το βγάλουμε σε καλό, να διδαχτούμε κάτι απ’αυτό.
Γυναίκα Γ: Και πού ξέρουμε ότι νιώθει θυμό και έχει δίκιο. Αν δεν έχει δίκιο; Ποιο είναι το κριτήριο ;
Εγώ : Άλλο θέμα το ένα, άλλο το άλλο. Όλα αυτά χρειάζεται να τα αναλύσουμε, να τα επεξεργαστούμε, κάνοντας ανάλογες συζητήσεις με το παιδί. Για να σιγουρευτούμε. Και να μιλάμε όσο γίνεται πιο συγκεκριμένα. Στο γενικό και στο αόριστο χανόμαστε. Σας υπενθυμίζω, πως και ο ενήλικας καλό είναι να μιλάει μέσα από τη δική του ζωή και τα δικά του βιώματα και συναισθήματα και να μην κάνει το κλασικό κήρυγμα , π.χ. του τύπου «Τα αγόρια δεν κλαίνε», «Δε ντρέπεσαι να φοβάσαι;» Έτσι όχι μόνο δε βοηθάμε το παιδί, αλλά το βγάζουμε και τρελό από πάνω, όταν δεν παραδεχόμαστε το συναίσθημά του. Επίσης, κάτι πάρα πολύ σημαντικό, μειώνεται η ιδέα που έχει για τον εαυτό του, η αυτοεικόνα του και το αίσθημα αξιοσύνης του. Αντιθέτως, αυξάνεται το αίσθημα μειονεξίας του. Με την ντροπή το παιδί μαθαίνει να αισθάνεται ένοχο, και με υποτίμηση μαθαίνει να νιώθει δειλό.
Σας έχω φέρει κι αυτό εδώ το μπερδεμένο κουβάρι, που κρατάω στα χέρια μου. Έχει πολλούς κόμπους. Κάπως έτσι είναι και η σύγχρονη οικογένεια. Γεμάτη κόμπους, γεμάτη γόρδιους δεσμούς. Μπορώ με μία μόνο κίνηση να λύσω όλους τους κόμπους ;
Διάφορες φωνές : Όχι βέβαια.
Εγώ : Έτσι λοιπόν και στην οικογένεια. Δεν υπάρχει κάποιο μαγικό ραβδάκι που μεμιάς μπορεί να λύσει όλους τους κόμπους. Χρειάζεται να βρίσκουμε έναν έναν τον κόμπο, να τον λύνουμε και να προχωράμε στον επόμενο. Και αυτό, όπως καταλαβαίνεται, απαιτεί χρόνο, κόπο, ιδρώτα και δάκρυα. Είναι όμως κάτι που δίνει νόημα στη ζωή μας και στη ζωή των παιδιών μας. Αξίζει να κουραστούμε γι’ αυτό.
Ξαναγυρίζω σ’ αυτά που λέγαμε. Δίνανε τα πάντα οι γονείς στο παιδί, αλλά αυτό μετατρεπόταν σε ένα τεράστιο βάρος για το παιδί και σ’ ένα δυσεπίλυτο δίλημμα. Οι γονείς «τοκίζουν» το κεφάλαιό τους, δηλαδή τα παιδιά τους. Θέλουν με αυτόν τον τρόπο, να δεσμεύσουν τα παιδιά τους να τους γηροκομήσουν. Αυτό όμως εξυπηρετούσε τις ανάγκες του τότε.
Οι ανάγκες του σήμερα και του αύριο είναι εντελώς διαφορετικές. Ο κόσμος που θα ζήσουν ως ενήλικες τα παιδιά μας θα είναι εντελώς διαφορετικός. Οι γονείς λοιπόν καθώς και το σχολείο χρειάζονται να ετοιμάζουν τα παιδιά για έναν τέτοιον κόσμο. Απαιτείται δηλαδή άλλου είδους προετοιμασία, γιατί αυτός ο κόσμος θα έχει άλλες προδιαγραφές και συνεπώς χρειάζεται το παιδί πρόσθετες δεξιότητες.
Χρειάζεται να αναδυθεί το ακαλλιέργητο δυναμικό που όλοι διαθέτουμε και είναι βαθιά κρυμμένο μέσα μας. Να παρατηρούμε τον εαυτό μας, το περιβάλλον γύρω μας, να βρούμε και να κατανοήσουμε συσχετισμούς, να συνδέουμε, να οργανώνουμε, να συνθέτουμε τις πληροφορίες. Και όλα αυτά μέσα σε πνεύμα συνεργασίας, εμπιστοσύνης και αλληλοβοήθειας. Τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινά πλέον. Το παλαιό μοντέλο δεν εξυπηρετεί και χρειάζεται κι αυτό διαρκή αναβάθμιση, όπως κάνουμε δηλαδή στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Κάποια στιγμή οι γονείς θέλουν όχι μόνο τους «τόκους» πίσω, αλλά και ολόκληρο το «κεφάλαιο», τα παιδιά τους δηλαδή. Να γίνει το παιδί τους «σπουδαίος» και «τρανός», αλλά να μη φύγει κι από κοντά τους. Γιατί άνθρωποι είναι κι αυτοί, θέλουν την ανθρώπινη παρέα, τη ζεστασιά, την ασφάλεια που νιώθουν κοντά στα παιδιά τους, κι έχουν απόλυτο δικαίωμα σε κάτι τέτοιο.
Άρα οι ίδιοι οι γονείς που θυσιάζονται για τα παιδιά τους και τους προσφέρουν τα πάντα, είναι αυτοί, οι οποίοι τρέμουν μήπως και πετύχει το παιδί τους. Διότι νομίζουν, ότι, άμα πετύχει, θα πετάξει και θα φύγει, εγκαταλείποντάς τους μόνους και αβοήθητους στα γεράματά τους.
Οι γονείς ζούνε μέσα από τα παιδιά τους. Κι ο δάσκαλος ζει μέσα από τους μαθητές του. Δε θέλω εγώ να παίρνω τα εύσημα από τους γονείς των παιδιών, τους συναδέλφους, το διευθυντή μου, από τον ίδιο μου τον εαυτό ; Δεν έχω αγωνία, δε λυπάμαι, όταν η τάξη δεν πάει καλά, και δε χαίρομαι, όταν πάει θαυμάσια ; Φυσικά ! Το νιώθω αυτό. Βέβαια σε σας τους γονείς είναι πιο έντονο το συναίσθημα και πιο πολύπλοκο, διότι δεν είναι μόνο ο μαθησιακός τομέας. Καθημερινά δίνουμε εξετάσεις οι γονείς και οι δάσκαλοι.
Συμπέρασμα : Ό,τι και να κάνει το παιδί είναι χαμένο. Αν πετύχει, είναι «προδότης», διότι θα φύγει. «Του δώσαμε τα πάντα και αυτό μας παράτησε. Τι αχάριστο που είναι !» Αν αποτύχει, πάλι είναι «προδότης», διότι «Σου δώσαμε τα πάντα, θυσιαστήκαμε για σένα, δε ζήσαμε εμείς για να ζήσεις εσύ και να πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου, και συ απέτυχες ;» Τα γεμίζουμε λοιπόν και με πρόσθετες τύψεις και ενοχές. Πώς ν’ αντέξει το παιδί ένα τέτοιο βάρος ; Ακόμα και το γάμο των παιδιών τους, τον βιώνουν με αμφιθυμία οι γονείς, χαίρονται και λυπούνται ταυτόχρονα, διότι τα παίρνει μακριά τους.
Να λοιπόν γιατί κάποια παιδιά δεν αντέχουν και σπάνε τη σιωπή τους, δείχνουν επιθετικότητα, αυτοκτονούν, να γιατί παρουσιάζουν μελαγχολία, ανία και κατάθλιψη, να γιατί «φεύγουν» στα ναρκωτικά, στις κακές παρέες, δραπετεύουν από τη ζωή τους… Ή στην πιο λάιτ μορφή, πέφτουν με τα μούτρα στο διάβασμα, νομίζοντας ότι αυτό είναι δική τους επιθυμία, ή τρέχουν και κάνουν κλάμπινγκ στα μπαράκια μέχρι τα ξημερώματα. Κάτω από όλα αυτά κρύβεται η θλίψη και η απόγνωσή τους…
Κι όμως ! Υπάρχει ελπίδα και λύση. Θα τη συζητήσουμε στις επόμενες συναντήσεις μας.
( Το κείμενο βασίζεται στη συζήτηση στο Ράλλειο Πειραματικό σχολείο Πειραιά στα πλαίσια της Σχολής Γονέων που οργανώνει και συντονίζει ο υπογράφων την τελευταία Τετάρτη κάθε μήνα στις 6.30 μ.μ. )
Μαρκάκης Νίκος
Δάσκαλος – ψυχολόγος – εκπαιδευόμενος οικογενειακός θεραπευτής
Τηλ / φαξ 210.42.20.969
κινητό 697.79.79.062
e-mail : markanik@hol.gr